κακοποδινός

κακοποδινός
κακοποδινός, -ή, -όν (Α)
μτγν. αυτός που φέρνει ατυχία, αυτός που έχει κακό ποδαρικό, κακοπόδαρος, δυσοίωνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κακ(ο)-* + πούς, ποδός + κατάλ. -ινός].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”